ΑΝΑΝΕΩΣΙΜΕΣ ΠΗΓΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΠΙΚΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΕΣ:

ΜΙΑ ΠΟΛΛΑΠΛΑ ΕΠΩΦΕΛΗΣ ΣΧΕΣΗ

Δρ. Νίκος Βασιλάκος
Αντιπρόεδρος του Ομίλου για τη Διάδοση των ΑΠΕ (ELFORES)

Ένας μύθος που καλλιεργείται έντεχνα τον τελευταίο καιρό από τους θιασώτες των συμβατικών μορφών ενέργειας (κάρβουνου, πετρελαίου και άλλων - περισσότερο ή λιγότερο - ρυπογόνων καυσίμων) είναι ότι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ), και ιδιαίτερα η τεχνολογικά ώριμη και οικονομικά αποδοτική αιολική ενέργεια, ναι μεν παρουσιάζουν σοβαρά πλεονεκτήματα (περιβαλλοντικά, αναπτυξιακά, ενεργειακά, κλπ.), αλλά τα πλεονεκτήματα αυτά εκδηλώνονται και επηρεάζουν θετικά το κοινωνικοοινομικό γίγνεσθαι σε επίπεδο χώρας, ενώ ελάχιστα αφορούν τις τοπικές κοινωνίες. Ο σκοπός που καλλιεργείται μια τέτοια, τελείως ανακριβής αντίληψη, ένας τέτοιος μύθος, είναι προφανής : να παγιδευτούν οι τοπικές κοινωνίες στο εκβιαστικό δίλημμα : ή ρυπογόνες μορφές ενεργειακής ανάπτυξης που προσπορίζουν όμως οικονομικά οφέλη σε τοπικό επίπεδο (απασχόληση, αντισταθμιστικά, κλπ.), ή φιλικά προς το περιβάλλον ανανεώσιμα, χωρίς όμως ουσιαστική συνεισφορά στην τοπική ανάπτυξη.

Όμως, η πραγματικότητα είναι τελείως διαφορετική και τους διαψεύδει εκκωφαντικά. Η συσσωρευμένη εμπειρία της τελευταίας 15ετίας, τόσο σε διεθνές επίπεδο (μόνο στην Ευρωπαϊκή Ένωση λειτουργούν ήδη πάνω από 40.000 MW σταθμών ΑΠΕ, από τους οποίους τα 24.000 MW είναι αιολικά πάρκα), όσο και στην Ελλάδα, όπου λειτουργούν ήδη περίπου 350 MW ανανεώσιμων, κυρίως αιολικά πάρκα, δείχνει καθαρά, και πέρα από κάθε αμφιβολία, ότι η ίδρυση και λειτουργία έργων ΑΠΕ εμπορικής κλίμακας δημιουργεί ισχυρούς πόλους τοπικής ανάπτυξης και περιβαλλοντικής αναβάθμισης και προσπορίζει πολλαπλά, μετρήσιμα και ουσιαστικά οφέλη στις τοπικές κοινωνίες, στις περιοχές των οποίων εγκαθίστανται τα έργα αυτά.

Πιο συγκεκριμένα, και με βάση τα καταγεγραμμένα απολογιστικά στοιχεία των εν λειτουργία έργων ΑΠΕ στην Ελλάδα, τα έργα αυτά :

1. Συμβάλλουν σημαντικά στην τοπική απασχόληση. Έτσι π.χ., για ένα τυπικό αιολικό πάρκο των 10 MW απαιτούνται :

  • 120 ανθρωπομήνες απασχόλησης στη φάσης της κατασκευής του. Το 30 - 40 % αυτής της απασχόλησης προέρχεται από το ντόπιο εργατικό δυναμικό.
  • 3-5 μόνιμοι εργαζόμενοι στη φάση λειτουργίας του, οι περισσότεροι από τους οποίους είναι ντόπιοι.

Αλλά και τα αντίστοιχα απολογιστικά στοιχεία απασχόλησης στην κατασκευή και λειτουργία μικρών υδροηλεκτρικών έργων στη χώρα μας είναι και αυτά σημαντικά. Συγκεκριμένα, στη μεν φάση κατασκευής ενός τυπικού μικρού υδροηλεκτρικού ισχύος 5 MW απασχολούνται περίπου 50 άτομα για 11/2 χρόνο, στη δε φάση λειτουργίας/συντήρησής του απασχολούνται μόνιμα περίπου 6-10 άτομα.

Η συμβολή των έργων ΑΠΕ στην απασχόληση, τόσο την τοπική όσο και αυτήν σε εθνικό επίπεδο, γίνεται πραγματικά εντυπωσιακή εάν συμπεριληφθούν οι προοπτικές εγχώριας κατασκευής / συναρμολόγησης μεγάλων τμημάτων του ηλεκτρομηχανολογικού εξοπλισμού των έργων αυτών, όπως είναι οι πυλώνες των ανεμογεννητριών, οι μετασχηματιστές, κ.α. Οι προοπτικές αυτές, οι οποίες έχουν ήδη αρχίσει να υλοποιούνται στην Ελλάδα (εργοστάσιο ΡΟΚΑΣ στην Τρίπολη, εργοστάσιο ΒΙΟΜΕΚ στο Αλιβέρι), μπορούν να εκτοξεύσουν τη σχετιζόμενη με τις ΑΠΕ απασχόληση, ιδιαίτερα την τοπική, στα ύψη : σύμφωνα με τα έγκυρα και απόλυτα τεκμηριωμένα απολογιστικά στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ("Wind Energy : The Facts", 1999), κάθε 10 MW αιολικής ενέργειας που εγκαθίστανται δημιουργούν σήμερα 150-190 νέες θέσεις εργασίας, κυρίως στη βιομηχανική παραγωγή του απαιτούμενου ηλεκτρομηχανολογικού εξοπλισμού.

2. Η λειτουργία έργων ΑΠΕ προσφέρει ένα μόνιμο και σημαντικό ετήσιο έσοδο στους τοπικούς Δήμους (2% επί του τζίρου τους), αλλά και στην τοπική οικονομία γενικότερα. Έτσι π.χ., ένα τυπικό αιολικό πάρκο των 10 MW :

  • Έχει κόστος κατασκευής 11 εκατ. Ευρώ περίπου (3,7 δισ. δρχ.), από τα οποία το 1,8 εκατ. Ευρώ (600 εκατ. δρχ.) δαπανάται τοπικά, σε εργολαβίες, προμήθειες, μισθούς στη φάση κατασκευής, κλπ.
  • Έχει τζίρο, από την πώληση της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγει, περίπου 2 εκατ. Ευρώ (680 εκατ. δρχ.) το χρόνο, από τα οποία τα 40.000 Ευρώ (14 εκατ. δρχ.) το χρόνο (το 2%) εισφέρονται δια νόμου ως έσοδο στους τοπικούς Δήμους, για όλη τη διάρκεια ζωής του αιολικού πάρκου, δηλ. για τουλάχιστον 20 χρόνια (περίπου διπλάσιο είναι το σχετικό έσοδο των Δήμων από τη λειτουργία στην περιοχή τους ενός μικρού υδροηλεκτρικού έργου ισχύος 10 MW).
  • Απαιτεί, για τις ανάγκες λειτουργίας του, 35.000 - 50.000 Ευρώ (12-17 εκατ. δρχ.) το χρόνο σε τοπικές δαπάνες (μισθούς τοπικού μόνιμου προσωπικού, τοπικές εργολαβίες συντήρησης και επισκευών, κ.α.).

3. Η κατασκευή έργων ΑΠΕ σε μία περιοχή συνοδεύεται από την παράλληλη υλοποίηση σειράς αντισταθμιστικών οφελών, πέραν των άμεσων και μετρήσιμων οικονομικών εισροών και των δημιουργούμενων θέσεων απασχόλησης. Έτσι :

  • Κατασκευάζονται ή / και βελτιώνονται, χωρίς κόστος για τους δημότες, σημαντικά έργα υποδομής στην ευρύτερη περιοχή (οδικό δίκτυο, τηλεπικοινωνίες, ηλεκτρικό δίκτυο).
  • Κατασκευάζονται, ως αντισταθμιστικά οφέλη (χωρίς κόστος) για τους τοπικούς Δήμους, διάφορα κοινωφελή έργα, όπως κοινοτικοί δρόμοι, σχολεία, παιδικοί σταθμοί κ.α., ενώ προσφέρονται από τους επενδυτές και ανάλογες χορηγίες.
  • Προωθούνται νέες, εναλλακτικές και ιδιαίτερα κερδοφόρες μορφές τουρισμού στην περιοχή, όπως π.χ. ο οικοτουρισμός (επισκέψεις σε εγκαταστάσεις οικολογικών μορφών ενέργειας, όπως είναι τα αιολικά πάρκα).

4. Συντελούν αποφασιστικά στην προστασία του περιβάλλοντος μιας περιοχής, αφού περιορίζουν σε σημαντικό βαθμό τις εκπομπές επιβλαβών για την υγεία ρυπαντικών ουσιών, που προκαλούνται από την καύση ορυκτών καυσίμων (άνθρακα, πετρελαίου, αερίου). Έτσι, η κατασκευή και λειτουργία ενός αιολικού πάρκου 10 MW στη χώρα μας, έχει ως αποτέλεσμα την αποτροπή έκλυσης στην ατμόσφαιρα περίπου 465 τόννων το χρόνο διοξειδίου του θείου, 36 τόννων το χρόνο οξειδίων του αζώτου, 24 τόννων το χρόνο αιωρούμενων σωματιδίων και 25.500 τόννων το χρόνο διοξειδίου του άνθρακα (αερίου που είναι υπεύθυνο για το φαινόμενο του θερμοκηπίου). Υπενθυμίζεται ότι το φαινόμενο του θερμοκηπίου θεωρείται πια, σε παγκόσμιο αλλά και σε τοπικό επίπεδο, υπεύθυνο - σε πολύ μεγάλο βαθμό - για τις υπερβολικά αυξημένες θερμοκρασίες, ιδιαίτερα το καλοκαίρι, για την αυξημένη ξηρασία (μείωση της στάθμης των υδροφόρων οριζόντων και των επιφανειακών νερών), αλλά και για την αύξηση της έντασης καιρικών φαινομένων, όπως οι ξαφνικές και καταστρεπτικές πλημμύρες, κ.α. Έγκυρες μελέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης έδειξαν ότι μία σημαντική υποκατάσταση των συμβατικών καυσίμων με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, και κυρίως με αιολικά πάρκα που βρίσκονται ήδη στο στάδιο σχεδιασμού ή υλοποίησης, θα μπορούσε να συμβάλει στη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα στην ηλεκτροπαραγωγή τουλάχιστον κατά 11%, και επομένως να περιορίσει αντίστοιχα και τις δυσμενείς επιπτώσεις από το φαινόμενο του θερμοκηπίου.

Μία τελευταία, αλλά πολύ σημαντική πιστεύω, επισήμανση στο θέμα των περιβαλλοντικών επιπτώσεων τοπικών έργων ΑΠΕ : η προοπτική της κατασκευής και λειτουργίας ενός έργου αξιοποίησης εγχώριου και ανανεώσιμου ενεργειακού πόρου δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται από τις αρμόδιες αδειοδοτούσες υπηρεσίες, τις τοπικές και περιφερειακές, αλλά, πολλές φορές, και τις κεντρικές, μέσα σε περιβάλλον κενού. Δηλαδή, για τις υπηρεσίες αυτές, οι όποιες περιβαλλοντικές επιπτώσεις των έργων ΑΠΕ δεν μπορεί να εξετάζονται αφ'εαυτών αποκλειστικά και η επιλογή να είναι "υλοποίηση του συγκεκριμένου έργου ή μη υλοποίησή του". Η πραγματική, η εύλογη επιλογή είναι άλλη, είναι "υλοποίηση του συγκεκριμένου έργου ΑΠΕ ή έργου άλλης ενεργειακής πηγής" (π.χ. λιγνίτη, άνθρακα, φυσικού αερίου, κλπ.), για να καλυφθεί η δεδομένη ενεργειακή ζήτηση σε τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο. Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο, ολοκληρωμένου ενεργειακού/ αναπτυξιακού/ περιβαλλοντικού σχεδιασμού, θα πρέπει να αποτιμηθούν και οι επιπτώσεις των έργων ΑΠΕ, τα πλεονεκτήματα ή και τα όποια μειονεκτήματά τους, πάντα δηλαδή συγκριτικά με τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα που παρουσιάζουν οι εναλλακτικές λύσεις του ίδιου ενεργειακού προβλήματος. Εξαγωγή (δηλ. "ξεφόρτωμα") της λύσης σε άλλη περιοχή, και μάλιστα με δραστικά αυξημένο περιβαλλοντικό κόστος (βλ. Πτολεμαϊδα / Μεγαλόπολη και λιγνίτη), είναι ηθικά, στρατηγικά και πολιτικά απαράδεκτη.