Ο άνθρωπος στάθηκε με δέος και έκσταση μπροστά στον έναστρο ουρανό, στην
απέραντη και αεικίνητη θάλασσα, στην αόρατη δύναμη που δημιουργεί τους
καιρούς και προσπάθησε να εξηγήσει, με όσες δυνατότητες διέθετε κάθε φορά,
το μυστήριο των αστρικών κινήσεων σε σχέση με τη γη, που θεωρούσε ακίνητη.
Ανεξαρτήτως θρησκευτικών θεωριών ο άνθρωπος προσωποποιεί τα ουράνια σώματα
και τα φυσικά φαινόμενα (Διόσκουροι, Αυγερινός Πούλια, Άρκτος κλπ.).Αυτόν
τον ορατό στέρεο κόσμο διατρέχει, διαπερνά, συντρίβει, γκρεμίζει με την
ορμή του ο αόρατος Άνεμος με τις ανθρώπινες ιδιότητες και αντιδράσεις,
καθώς λύσσα, χουγιάζει (φοβερίζει), βογγά, ουρλιάζει, σαρώνει αλλά και
χορεύει, τραγουδά, σφυρίζει, χαϊδεύει κ.λπ.
Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν αναθέσει την εποπτεία των ανέμων στο θεό Αίολο,
ο οποίος ζούσε σ' ένα νησί πλωτό, ζωσμένο με χάλκινα τείχη, ως κλειδοκράτορας
των ανέμων. Είναι αυτός που έκλεισε σε σακί τους ατίθασους ανέμους -εκτός
από τον Ζέφυρο- και το σφιχτόδεσε με χοντρή κλωστή πάνω στο καράβι του
Οδυσσέα, κάτι που κατά τον Μεσαίωνα επιχειρούσαν οι μάγοι και μάγισσες
που για χατήρι των ανέμων "έδεναν" όλους τους ανέμους, εκτός
από εκείνον που ήθελαν να φυσήξει τον ούριο άνεμο. Η δέσμευση των ανέμων
γινόταν στους κόμπους ενός μαντιλιού με το κάρφωμά τους με μαχαίρι, αλλά
κυρίως με το κλείσιμο τους σε ασκούς, σάκους, σπηλιές.
Ο
Εμπεδοκλής, τον 5ο αιώνα π.Χ, μαθαίνει στους οπαδούς του πώς να κόβουν
(να καταλαγιάζουν) τους ανέμους ή να τους σηκώνουν (απελευθερώνουν), όταν
θέλουν. Και όταν κάποτε τα δέντρα κινδύνευσαν να πάθουν ζημιές από τα
δυνατά μελτέμια, ο Εμπεδοκλής παρότρυνε να σφάξουν γαϊδούρια και να απλώσουν
τα δέρματά τους ολόγυρα στις κορυφές των λόφων και των βουνών για να πιάσουν
τους ανέμους . Τα μελτέμια κόπηκαν και ο Εμπεδοκλής προσαγορεύτηκε Κωλυσανέμας.
Ανάλογες παραδόσεις έχουν και άλλοι λαοί.
Ανεμοτάφια
Ανεμόεσσα
είναι το επίθετο που συνοδεύει την ονομασία των περισσοτέρων νησιών του
Αιγαίου, λόγω της σφοδρότητος με την οποία πνέουν οι άνεμοι στο Αρχιπέλαγος.
Έτσι δικαιολογείται το τέλεσμα της κατορύξεως των ετήσιων ανέμων.
Στην Ικαρία, υπάρχουν δύο τοπωνύμια με την ονομασία Ανεμοτάφια. Πρόκειται
για σωρούς χώματος σχήματος τύμβου με πέτρες από χαλαζία, ριγμένες από
πάνω. Η παράδοση αναφέρει ότι στα παλαιά χρόνια πάνω στο βουνό και στη
θέση Ανεμοτάφια μαζεύονταν οι χωριανοί και "ηθάβγασιν τον αέραν".
Κάποτε, πριν από περίπου διακόσια χρόνια, πέρασε από κει ένας Δεσπότης,
τους είδε και τους ρώτησε τι κάνουν. Του είπαν ότι "θάβγουσι τον
αέρα". Κάθησε και κείνος και παρακολούθησε και άκουσε τα λόγια τα
μαγικά που λέγαν. Τους πήρε μετά όλους και τους πήγε στην εκκλησία, του
Αη Ζαχαρία. Τους είπε "ότι αυτό το πράμα η εκκλησία δεν το ευλόγα
και άμα το ξανακάνασι να έχουν αφορεσμό". Από τότε δεν ξανάγινε.
Τι έκαναν; "Έπαιρναν μία στάμνα ανοιμένη μπροστά, ήπιανέν την ο πιο
γέρος και ήβαζεν το στόμαν της σ' ένα λάκκο, που ήταν ανοιμένος, και άμα
ήπιανεν να σφυρίζη, την τάπωνε με το χέριν του και ήλεέν της λόγια που
εν τα ανιστορώ. Ύστερις ηβαλλέν την στον λάκκο και έχωνέ την. Ύστερις
όλοι οι χωριανοί ηπιάνασι κάτι ατσάχους (χαλαζίας) και ηρρίχναν τους από
πάνω, ήλεεν ο καθένας από ένα ανάθεμα και κάτι άλλα λόγια μαγικά και "ηφεύγασι".
Η παράδοση είναι γνωστή στα χωριά Νέγια, Μονοκάμπι και Καταφύγι. Ανάλογη
συνήθεια μνημονεύεται από τον Παυσανία στην Τιτάνη Κορινθίας, όπου κατ΄
έτος ο ιευρεύς σε ιερό της Αθηνάς, στο οποίο υπήρχε και βωμός των ανέμων
πραγματοποιούσε τελετουργία σε τέσσερις βόθρους "ημερούμενος των
πνευμάτων το άγριον".(Γ.Α Μέγα, "Τα ανεμοτάφια της Ικαρίας").
Ο Βοριάς και η Νοτιά
"Γέρο
Βοριά αρμένιζε και Νότο παλληκάρι" λέγεται στις παραδόσεις και ερμηνεύεται
ότι, ο μεν βορράς είναι στην αρχή σφοδρός αλλά σιγά σιγά κοπάζει και γίνεται
ακίνδυνος για τους πλέοντες. Αντίθετα, ο νότος είναι σιγανός στην αρχή
και δυναμώνει στη συνέχεια. Όπως παρατηρεί ο Ν.Γ Πολίτης στην παροιμία
"ο λήγων βορέας προσωποποιείται ως γέροντας και ο αρχόμενος νότος
ως νεανίας".
Οι κυριότεροι άνεμοι που επηρεάζουν την αγροτική ζωή στον χώρο της Μεσογείου
είναι ο Βοριάς και ο Νοτιάς, ή η Νοτιά. Έχουν προσωπικότητα, φύλο και
ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Ο λαός, λοιπόν, φαντάζεται, συνήθως, τον Βοριά
και το Νοτιά σαν δύο δυνατούς ανέμους. Ο Βοριάς είναι αντρειωμένος άνεμος,
φέρνει κρύο και χιόνι, που είναι ευτυχία και καταστρέφει παράλληλα τους
εχθρούς των φυτών και των δέντρων. Ο νότιος άνεμος φέρνει τη βροχή που
γεμίζει τα πηγάδια με νερό. Οι ενδιάμεσοι άνεμοι είναι επικίνδυνοι. Ο
ΝΑ καίει τα δέντρα, ο ΝΔ και ο ΒΔ ρίχνουν χαλάζι. Στη Μάνη, τον Βοριά
τον λένε "Σιλαμπαχιά" και έχει τόση δύναμη που ξεριζώνει δένδρα,
χτυπάει τις καμπάνες των εκκλησιών, αρπάζει τις στέγες των σπιτιών.
Σ την Κύπρο, τη Νοτιά την παρομοιάζουν με άσχημη κόρη, που επειδή δεν
τη θέλει κανένα παλικάρι βρέχει αλύπητα για να βρέξει τα μουστάκια τους.
Γι΄ αυτό και η Νοτιά λέγεται κατρονιάς καιρός. Για το θέμα έχουν γραφεί
αρκετά και σημαντικά, όπως το σύντομο άρθρο του Ι. Θ. Κακριδή "Αρσενικοί
και θηλυκοί άνεμοι νερά και λόγια" και η επίσης σύντομη μελέτη του
Στ. Δ. Ημέλλου, "Αρσενικός και θηλυκός. (Μερικές παρατηρήσεις και
σχόλια)". Από τη μελέτη του Στ. Ημέλλου προκύπτει ότι ο βορράς ως
ισχυρότερος συγκριτικά με τον νότο συντελεί στη γέννηση αρρένων, δηλαδή
τέκνων ισχυρού φύλου, ο δε νότος τεκνών του ασθενούς, σύμφωνα με τη λαϊκή
αντίληψη, φύλου. Πρόληψη, με ρίζες στην αρχαιότατη (Αριστοτέλης, Λατίνοι
συγγραφείς) δοξασία σύμφωνα με την οποία, εάν κατά την ημέρα του γάμου
πνέει βόρειος άνεμος, θα γεννηθούν αρσενικά τέκνα, ενώ, αν πνέει νότιος,
θα γεννηθούν θηλυκά παιδιά.
Οι άνεμοι παρουσιάζονται με ανθρώπινες ιδιότητες και χαρακτηριστικά, πάθη
και αδυναμίες. Οι σχετικές παραδόσεις είναι πολλές. Σε ορισμένες από αυτές
ο Βοριάς φέρεται να μαλώνει με τη Νοτιά, επειδή η Νοτιά παραπονέθηκε γιατί
το χειμώνα τραβάει (πνέει) ο Βοριάς και δεν αφήνει και αυτήν να τραβήξει.
"Από τότε και ύστερα τραβάει και η Νοτιά τον χειμώνα αλλά από τη
γλύκα που έκανε ο καιρός γιόμισε ο τόπος φίδια. Τα φίδια πηγαίνανε να
πάρουν την κόρη της Νοτιάς. Η Νοτιά τότε παρακάλεσε τον Βοριά να την απαλλάξει
από αυτό το κακό. Ο Βοριάς είπε στη Νοτιά να κάμει πως δίνει την κόρη
της στα φίδια, αλλά να καταφέρει το συμπεθερικό να πάει για τη νύφη από
εκεί που τραβάει αυτός. Η Νοτιά έκαμε έτσι. Κατάφερε τα φίδια να πάνε
από εκεί. Μόλις το συμπεθερικό του φιδιού εξεκίνησε φύσηξε ο Βοριάς τον
χειμώνα γιατί αν δεν τραβούσε θα γινότανε πολλά φίδια και θα μας έτρωγαν"
(Αιτωλία, Δ. Λουκόπουλος).
Σε άλλη, ο νότος με τον βοριά έβαλαν στοίχημα ποιος θα πάρει την κάπα
του γέρου.
"Ο Νότος άρχισε και φυσούσε πολύ δυνατά. Ο γέρος επήγε και κρύφτηκε
κάτω από ένα δέντρο. Εκεί εφύσαε πολύ. Μετά πήγε μέ |